Τα σημαντικότερα βιβλία για το καθεστώς της 21ης Απριλίου

ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ ΠΑΤΤΑΚΟΥ, «21η Απριλίου 1967. ΔΙΑΤΙ; ΠΟΙΟΙ; ΠΩΣ;»

ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΜΑΚΑΡΕΖΟΥ, «Πως οδηγηθήκαμε στην 21η Απριλίου», «Πως καταλήξαμε στην «Μεταπολίτετση»

ΝΙΚΟΥ ΚΑΚΑΟΥΝΑΚΗ, «2.650 μερόνυχτα συνωμοσίας» (Δίτομο)

ΑΛΕΞΗ ΠΑΠΑΧΕΛΛΑ, «Ένα σκοτεινό δωμάτιο 1967-1974» 

ΣΟΛΩΝΑ ΓΡΗΓΟΡΙΑΔΗ, «Δικτατορία 1967-1974»

ΠΕΤΡΟΥ ΑΡΑΠΑΚΗ, «Το τέλος της σιωπής»

ΣΤΑΥΡΟΥ ΨΥΧΑΡΗ, «Τα παρασκήνια της αλλαγής»

ΚΡΙΣ ΓΟΥΝΤΧΑΟΥΖ, «Η Άνοδος και η Πτώση των Συνταγματαρχών»

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΠΛΕΥΡΗ, «21 Απριλίου 1967»

ΑΝΔΡΕΑ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ, «Η Δημοκρατία στο απόσπασμα»

 ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΟΛΛΙΑ, «Βασιλεύς και Επανάστασις 1967»

ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ, «Χωρίς τίτλο»

ΑΔΑΜΑΝΤΙΟΥ ΑΝΔΡΟΥΤΣΟΠΟΥΛΟΥ, «Η μαρτυρία ενός Πρωθυπουργού»

ΛΕΝΤΑΚΗ ΑΝΔΡΕΑ, «Παρακρατικές οργανώσεις και 21η Απριλίου, Καστανιώτης, Αθήνα»

ΣΠΥΡΟΥ ΣΑΚΕΛΛΑΡΟΠΟΥΛΟΥ, «Τα αίτια του απριλιανού πραξικοπήματος. Το κοινωνικό πλαίσιο της πορείας προς τη δικτατορία»

ΓΙΩΡΓΟΥ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ – RICARDCLOGG, «Η Ελλάδα κάτω από στρατιωτικό ζυγό»

ΣΠΥΡΟΥ ΛΙΝΑΡΔΑΤΟΥ, «Από τον Εµφύλιο στη Χούντα» (τ. 5)

ΜΕΛΕΤΗ ΜΕΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ, «Η δικτατορία των συνταγµαταρχών»

ΣΠΥΡΟΥ ΜΑΡΚΕΖΙΝΗ, «Αναμνήσεις 1972 – 1974»

ΜΑΒΗ & ΜΑΒΗ

Posted: 18 Απριλίου, 2024 in Αταξινόμητα

Το Μέτωπο Απελευθέρωσης Βορείου Ηπείρου (MABH), ήταν βραχύβια αντιστασιακή οργάνωση που έδρασε στον γεωγραφικό χώρο της Βορείου Ηπείρου κατά την διάρκεια της ιταλικής και γερμανικής κατοχής της Αλβανίας από τον Άξονα (1941-1944). Η οργάνωση τελικά διαλύθηκε από τους Αλβανούς εθνικιστές της Μπάλι Κομπετάρ και του αλβανικού Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου, του Ενβέρ Χότζα. Είχε σχέσεις με τον ΕΔΕΣ, ενώ οι δοσιλογικές κυβερνήσεις Αλβανίας και Ελλάδας προσπάθησαν ανεπιτυχώς να αποκτήσουν σύνδεση μαζί της ενάντια στον «κομμουνιστικό κίνδυνο»

ΙΔΡΥΣΗ: Με την αποχώρηση του ελληνικού στρατού από την Βόρειο Ήπειρο (Απρίλιος 1941), σημειώθηκαν βιαιότητες στην περιοχή, από ομάδες ατάκτων ενόπλων καθώς και ιταλικού στρατού. Το Μάιο του 1942 οργανώθηκαν τα πρώτα αντάρτικα τμήματα από Βορειοηπειρώτες στην περιοχή του Δέλβινου, επικεφαλής των οποίων ήταν δύο ντόπιοι αξιωματικοί του ελληνικού στρατού, οι Σπυρίδων Λύτος και Ιωάννης Βίδελης και οι δύο από τη Λεσινίτσα. Τον ίδιο μήνα βορειοηπειρώτικα αντάρτικα οργανώθηκαν και σε άλλες περιοχές: Δρόπολη, Ριζά, Χειμάρρα, Αυλώνας, Λιούντζη, Πωγώνι, Λεσκοβίκι, Κορυτσά. Τον Ιούλιο του ίδιου χρόνου στα Τίρανα, σε συγκέντρωση εκπροσώπων της ελληνικής μειονότητας, συγκροτήθηκε η ΜΑΒΗ. Επικεφαλής της ΜΑΒΗ τίθεται ο Βασίλειος Σαχίνης, άλλα βασικά στελέχη της ήταν οι Ηλίας Κώνστας, Γιώργος Τάσος, Σπύρος Ντάσιος, ο Χειμαριώτης εισαγγελέας Αναστάσιος Κοκκαβέσης. Το αρχηγείο του Μ.Α.Β.Η. ήταν ο Άγιος Δημήτριος, η κεντρική εκκλησία του χωριού Γλύνα Βορείου Ηπείρου.

ΣΤΟΧΟΣ ΚΑΙ ΠΕΔΙΟ ΔΡΑΣΗΣ: Κύριος στόχος της ήταν η προστασία των Ελλήνων της Βορείου Ηπείρου και, λόγω των διάφορων αντάρτικων και δοσίλογων οργανώσεων που δρούσαν εκείνη την περίοδο στην ευρύτερη περιοχή ανεξέλεγκτα λόγω της έλλειψης κάποιας κρατικής αρχής για την προστασία των πολιτών. Οι κύριες περιοχές δράσης της ΜΑΒΗ ήταν η περιοχή του Δέλβινου, της Δρόπολης, της Χειμάρρας, του Βούρκου (η ευρύτερη περιοχή των Αγίων Σαράντα), των Ριζών και της Ζαγοράς (περιοχή κοντά στην Πρεμετή).

ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ: Το ΜΑΒΗ διατηρούσε κοινό σύνδεσμο με τον Εθνικό Δημοκρατικό Ελληνικό Σύνδεσμο (ΕΔΕΣ), ο οποίος συνελήφθη από τον Ελληνικό Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό (ΕΛΑΣ), με συνέπεια ο τελευταίος να μεταβιβάσει πληροφορίες σχετικά με τη δραστηριότητα της ΜΑΒΗ στο αντίστοιχο αλβανικό Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο. Στα χωριά των Ριζών και του Βούρκου, Άγιος Ανδρέας και Αλύκο υπήρχαν ένοπλες ομάδες υπό τους Θύμιο Λιώλη, Κόκκαλη, Παππά και Πήλιο οι οποίες υποστηριζόμενες από τον ΕΔΕΣ, ήλεγχαν από το Φθινόπωρο του 1943 την περιοχή. Αν και αρχικά οι ένοπλοι αυτοί συνεργάστηκαν με την αλβανική αντίσταση αλλά και με τις προσκείμενες στο αλβανικό κομμουνιστικό κόμμα ελληνικές μειονοτικές ομάδες, κατά τα τέλη του 1943 ήρθαν σε σύγκρουση. Συγκεκριμένα, το ένοπλο σώμα του Πήλιου αφοπλίστηκε κοντά στα χωριά της Λεσινίτσας ενώ στις αρχές του 1944, ο Θύμιος Λιώλης με το τάγμα «Θανάσης Ζήκος», το οποίο αποτελείτο από Βορειοηπειρώτες προσκείμενους στον Εθνικοαπελευθερωτικό Αλβανικό Στρατό, ήρθαν σε σύγκρουση στη Δίβρη. Λίγο καιρό αργότερα, ο Θύμιος Λιώλης και οι υπόλοιποι οπλαρχηγοί εγκατέλειψαν τα εδάφη της Βόρειας Ηπείρου και κατέφυγαν στις δυνάμεις του ΕΔΕΣ στην Ελλάδα. Όμως, η πλειοψηφία της ελληνικής μειονότητας παρέμεινε σταθερά προσανατολισμένη στο αλβανικό Μέτωπο με τουλάχιστον 1500 αντάρτες.

ΣΤΑΔΙΑΚΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΔΡΑΣΗΣ: Ο Σαχίνης αντιδρούσε με τις διαμαρτυρίες του στους Ιταλούς για υπόθαλψη της αλβανικής καταπίεσης προς τους τοπικούς ελληνικούς πληθυσμούς. Στις 17 Νοεμβρίου 1943, ο αρχηγός της ΜΑΒΗ, Βασίλειος Σαχίνης, συλλαμβάνεται από άτομα της οργάνωσης του Εμβέρ Χότζα στο Αργυρόκαστρο, οι οποίοι κατόπιν εντολής, αφού τον βασανίζουν για να αποσπάσουν πληροφορίες, τον εκτελούν. Στις 3 Δεκεμβρίου δολοφονείται ο επικεφαλής της οργάνωσης στην περιοχής Χειμάρρας, Γεώργιος Μπολάνος. Ακολούθησε η καταστροφή του χωριού Γλὐνα, στην περιοχή Αργυροκάστρου που αποτελούσε βάση της ΜΑΒΗ. Από τον Δεκέμβριο του 1944 ενεργό ρόλο αναλαμβάνει ο Γρηγόριος Λαμποβιτιάδης, γιατρός από το Αργυρόκαστρο.

Τελικά, η οργάνωση διαλύθηκε ύστερα από σειρά έντονων συγκρούσεων με τις ναζιστικές δυνάμεις, αλλά ταυτόχρονα και με τους Αλβανούς εθνικιστές της Μπάλι Κομπετάρ. Ως αποτέλεσμα, η δράση της ΜΑΒΗ έπαψε να υφίσταται και κατά το στάδιο της αποχώρησης του Άξονα από τον περιοχή δεν έπαιξε κανένα ρόλο στο τοπικά πολιτικά δρώμενα. Με το τέλος του πολέμου επιβλήθηκε το μέτωπο του Ένβερ Χότζα στην Αλβανία.

ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΑΝΑΒΙΩΣΗΣ ΤΗΣ

Με το ίδιο όνομα, δηλ. Μέτωπο Απελευθέρωσης Βορείου Ηπείρου (ΜΑΒΗ) δημιουργήθηκε τέσσερις δεκαετίες μετά μια νέα ελληνική παραστρατιωτική οργάνωση, η οποία έδρασε σποραδικά στην Αλβανία και την Ελλάδα την δεκαετία του 1980-1990. Πήρε το όνομά της από την οργάνωση ΜΑΒΗ που έδρασε την περίοδο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου στην Αλβανία. Η δράση της ξεκίνησε το 1983, όταν η οργάνωση διεκδίκησε την ευθύνη για τοποθέτηση βόμβας στο αυτοκίνητο του πρέσβη της Αλβανίας στην Αθήνα.

Στις 10 Απριλίου 1994 πραγματοποίησε επίθεση σε στρατόπεδο του αλβανικού στρατού κατά την οποία σκοτώθηκαν ένας στρατιώτης και ένας αξιωματικός, ενώ κλάπηκε και οπλισμός. Για την επίθεση στάλθηκε προκήρυξη στην «Ελευθεροτυπία». Στις 6 Οκτωβρίου 1994 στάλθηκε φωτογραφικό υλικό με τα κλοπιμαία και νέα προκήρυξη στην «Ελευθεροτυπία».

Μετά το χτύπημα στο αλβανικό στρατόπεδο, ο τότε πρωθυπουργός της Αλβανίας, Σαλί Μπερίσα, κατηγόρησε την Ελλάδα για υπόθαλψη της τρομοκρατίας και ανακάλεσε τον αλβανό πρέσβη από την Αθήνα. Ταυτόχρονα προχώρησε σε σειρά ερευνών, κρατήσεων και συλλήψεων χωρίς ένταλμα από αστυνομικούς με πολιτικά σε βάρος μελών της ελληνικής μειονότητα. Η ελληνική κυβέρνηση αρνήθηκε κάθε εμπλοκή από την πρώτη στιγμή ακόμη και την συμμετοχή Ελλήνων πολιτών.

Τελικά στις 19 Μαρτίου 1995, 7 άτομα που έφεραν οπλισμό, συνελήφθησαν από την Ελληνική Αστυνομία και δικάστηκαν ως ύποπτα για συμμετοχή στην τρομοκρατική οργάνωση ΜΑΒΗ. Καταδικάστηκαν στις 20 Φεβρουαρίου 1997 για λαθρεμπόριο όπλων. Το εφετείο το 1999 μείωσε την ποινή στους 20 μήνες.

Ο Φεριντουνζάντε Οσμάν ήταν Οθωμανός αξιωματικός, αρχηγός της πολιτοφυλακής, εθελοντής διοικητής συντάγματος του τουρκικού στρατού κατά τη διάρκεια του Τουρκικού Πολέμου της Ανεξαρτησίας, ο οποίος τελικά ανήλθε στον βαθμό του αντισυνταγματάρχη, και υποκινητής της γενοκτονίας των Αρμενίων και των Ποντίων. Ήταν διοικητής του ειδικού Συντάγματος Σωματοφυλάκων του Μουσταφά Κεμάλ, ήρθε όμως σε σύγκρουση μαζί του και τελικά εκτελέστηκε.

Γεννήθηκε στην Κερασούντα του Πόντους το 1883 και ήταν Ογουζικής καταγωγής. Ο πατέρας του, Feridûnzâde Hacı Mehmet Efendi, ήταν έμπορος φουντουκιών. Στα νιάτα του βοήθησε στην οικογενειακή επιχείρηση και έγινε εργάτης σε πριονιστήριο. Παντρεύτηκε και απέκτησε δύο γιους. Παρά το γεγονός ότι ο πατέρας του του εξαγόρασε τη στρατιωτική θητεία, συμμετείχε στους Βαλκανικούς Πολέμους. Πολέμησε στην Τυρολόη. Βουλγαρική οβίδα τον τραυμάτισε στο γόνατο του κατά τη διάρκεια της μάχης, με αποτέλεσμα να είναι κουτσός (τουρκικά: topal).

Ο Τοπάλ Οσμάν είναι γνωστό ότι είναι υπεύθυνος για σφαγές εναντίον Ελλήνων Ποντίων και Αρμενίων κατά τη διάρκεια του οθωμανικού εμφυλίου πολέμου στην περιοχή του Πόντου, όπου βρισκόταν στη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Οσμάν, μαζί με τον Ishak Çavuş και τον Bayıroğlu Hüseyin, ήταν γνωστό ότι συμμετείχαν στους διωγμούς και τις σφαγές του τοπικού αρμενικού πληθυσμού της Τραπεζούντα. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, ο Οσμάν είχε επίσης κέρδος από τη δήμευση περιουσιακών στοιχείων που ανήκαν στους Αρμένιους. Το 1916, ο Οσμάν και μια ομάδα ανδρών επιτέθηκαν σε ένα Ποντιακό ελληνικό αγροτικό χωριό, το Προσόρι, στο Βιλαέτι της Τραπεζούντας. Οι άντρες βίασαν γυναίκες, σκότωσαν νεαρούς άνδρες, έκαναν πλιάτσικο σε σπίτα και ξυλοκόπησαν έναν ιερέα μέχρι θανάτου. Με την απειλή θανάτου, οι χωρικοί έπρεπε να υπογράψουν ένα έγγραφο που έλεγε ότι οι επιτιθέμενοι ήταν Αρμένιοι.

Ο Οσμάν έκανε παρόμοιες επιθέσεις κατά των Ελλήνων του Πόντου μετά τον πόλεμο. Το 1920, αυτός και οι άνδρες του φυλάκισαν όλους τους χριστιανούς άντρες της Κερασούντας και τους κράτησαν για λύτρα. Βίασαν τις χριστιανές γυναίκες ενώ οι σύζυγοι και οι πατέρες τους ήταν φυλακισμένοι. Κάθε απόγευμα, η ομάδα του Οσμάν σκότωνε πέντε ή έξι αιχμαλώτους.

Στην Τσάρσαμπα το 1921, οι Τούρκοι συγκέντρωσαν τις χριστιανές γυναίκες και εστάλησαν σε πορεία θανάτου, ενώ μια επελεγμένη μειοψηφία «όμορφων γυναικών… κρατούνταν για την ευχαρίστηση των στρατευμάτων του Οσμάν Αγά», σύμφωνα με έναν Αμερικανό παρατηρητή που υπηρετούσε στο USS Overton. Τέτοιες ενέργειες από τον Οσμάν και τους άνδρες του ήταν απροκάλυπτες και συχνές. Ένας Αμερικανός που υπηρετούσε στο USS Williamson μίλησε σε έναν ντόπιο, ο οποίος είπε ότι «αυτό που συνέβη τον έκανε να ντρέπεται που είναι Τούρκος». Πολλοί Χριστιανοί βρήκαν καταφύγιο στο τοπικό γαλλικό σχολείο. Οι άνδρες του Οσμάν απήγαγαν και βίασαν τις γυναίκες και τα κορίτσια, σκότωσαν άντρες και αγόρια και αργότερα έκαψαν το σχολείο. Ορισμένοι Τούρκοι κάτοικοι της πόλης συμμετείχαν στις επιθέσεις, ενώ εκείνοι που επρόσκειντο ευνοϊκά προς τους χριστιανούς γείτονές τους ήσαν ανίκανοι να σταματήσουν τη σφαγή. Ο Οσμάν αργότερα ταξίδεψε στην Τραπεζούντα και άρχισε να κάνει πλιάτσικο σε σπίτια, αλλά τον σταμάτησε ένας Τούρκος εν ονόματι Yahya. Ο Τοπάλ και οι άνδρες του ταξίδεψαν ξανά στην Κερασούντα και στην κοντινή Τρίπολη. Το ίδιο μοτίβο επαναλήφθηκε: Σκότωσαν ή απέλασαν την πλειοψηφία των ντόπιων Ποντίων, αλλά επέλεξαν μερικές γυναίκες και κορίτσια για ηδονή από τα στρατεύματα. Το 1922, ο Οσμάν οδήγησε τους άνδρες του στην Κοτύωρα και σε εννέα κοντινά χωριά.

Θάνατος

Ο Τοπάλ Οσμάν και οι άνδρες του, είχαν παγιδευτεί σε ένα σπίτι τη νύχτα της 1ης Απριλίου 1923, από τη νεοσύστατη μονάδα φρουράς και συγκρούονταν όλη τη νύχτα. Ο Τοπάλ Οσμάν αιχμαλωτίστηκε. Αργότερα την ίδια μέρα, υπό τις διαταγές του İsmail Hakkı, εκτελέστηκε με πυροβολισμό στο κεφάλι.

ΣΙΣΜΙΚ 1

Posted: 27 Μαρτίου, 2024 in Αταξινόμητα

Μετά το θάνατο του αειμνήστου Ιερέα του χωριού μας Οικονόμου Αντρέα Πουμπουρή -ενός εργατικότατου, τιμιότατου και ικανότατου ανθρώπου και κληρικού- στο χωριό άρχισε σιγά σιγά και ασφαλώς λόγω της μεγάλης αστυφιλίας που ξεκίνησε εδώ και δεκαετίες το χωριό να οδηγείται στον επιθανάτιο βρόγχο του. Στο χωριό υπήρχαν τρεις Εκκλησίες, η κύρια εκκλησία στο κέντρο του χωριού του Αγίου Νικολάου και άλλες τρεις μικρότερες εκκλησίες (ξωκλήσσια) έξω από το χωριό που έχτισε ο ίδιος ο Παπαπουμπουρής (του Οσίου Αββακούμ στην Καλαμιθάσα του οποίου τον τάφο ο ίδιος εντόπισε, της Παναγίας της Χρυσογαλούσας και του Άη Στάθη), οι οποίες ωστόσο δεν λειτουργούσαν πάρα μόνον την ημέρα της γιορτής τους. Η οικεία Μητρόπολης έστελνε μετά ιερείς (κυρίως ξένους) οι οποίοι για διάφορους λόγους τελικά έφευγαν από το χωριό μέχρι που εμφανίζεται στα μέρη μας ο π. Νεκτάριος Γεωργίου. Ο νέος αυτός φέρελπις Ιερέας υπήρξε εξαιρετικά δραστήριος και ικανός αφού σε ελάχιστο χρόνο πήρε με το μέρος του όλους τους χωριανούς ενώ άρχισε να φέρνει και άλλους πιστούς από τις γύρω περιοχές. Αρχικά έλεγε ότι είχε μαζί του το Σταυρό του Οσίου Πορφυρίου με τον οποίο σταύρωνε τους πιστούς ενώ για να κερδίσει και τους απόδημους αποφάσισε να επισκευάσει με δωρεές των πιστών, την εκκλησία του Αγ. Νικολάου η οποία ήταν πέραν των 100 ετών. Παράλληλα διέταξε να φτιάχνονται διαφορά αρτοσκευάσματα από τις κυρίες του χωριού, μικρές εικονίτσες και διάφορα αρωματικά έλαια για να καλυφθούν έτσι οι αυξημένες δαπάνες για την ανακαίνιση του ναού μας. Παράλληλα ο νέος παπάς προχώρησε σε αγορά και εγκατάσταση μικροφώνων και μεγαφώνου αλλά και κάμερας υψηλής ευκρίνειας για να προβάλλει live τις Κυριακάτικες Λειτουργίες καθότι τον ενδιέφερε -όπως αποδείχτηκε- και το διαδίκτυο κοινό. Σε σύντομο χρονικό διάστημα εξασφαλίστηκαν τα απαιτούμενα χρήματα για το ναό αλλά τα σχέδια του νέου παπά ήταν πολύ μεγάλα…

Ο επόμενος στόχος, ήταν να δημιουργηθεί ένα Ησυχαστήριο με δύο τρεις ασκητές στα πρότυπα που έφτιαξε τα δικά του ο Λεμεσού Αθανάσιος και ως καταλληλότερος χώρος γι αυτό το σκοπό υπήρξε το όρος Καλαμιθάσα με το μικρό γραφικό Εκκλησσάκι του Οσίου Αββακούμ. Χωρίς δυσκολία έπεισε τον Μητροπολίτη Ταμασού για τα οφέλη ενός τέτοιου εγχειρήματος και απαίτησε από τους κατοίκους να του εκχώρησουν την γη εκεί, οι οποίοι βεβαίως λόγω της μεγάλης ευγνωμοσύνης που ένιωθα προς το νέο και δραστήριο παπά συνεφώνησαν και τα χάρισαν. Έτσι ξεκινά πλέον μια νέα φάση, αυτή του επιθετικού μάρκετινγκ, των διαφημίσεων στα ΜΚΔ, οι τηλεοπτικές εμφανίσεις του, οι προσφορές, τα δώρα, οι εκδρομές, οι κληρώσεις και δυστυχώς… τα «θαύματα».

Στραβοί, κουτσοί, μαννοί όλοι έτρεχαν για τα θαύματα του Σταυρού του Οσίου Πορφυρίου και του Οσίου Αββακούμ. Ο Όσιος Αββακούμ είχε πράγματι την φήμη του Θαυματουργού αλλά ΟΥΔΕΠΟΤΕ είχε σχέση με τις εγκυμοσύνες και τα τοιαύτα. Τα χρήματα βέβαια έρχονταν σωρηδόν ακόμη και από το εξωτερικό έτσι πλέον το Ησυχαστήριον μετατράπηκε γρήγορα σε Ιερόν Ησυχαστήριον και τελικά σε ολόκληρη Μονή. Τα θαύματα πήγαιναν και έρχονταν αλλά εδώ ο Νεκτάριος διαπράττει το πρώτο μεγάλο σφάλμα, έρχεται σε ρίξη με τους κατοίκους αφού πλέον δεν τους είχε ανάγκη. Είχε τα χωράφια τους, έχει τα λεφτά, είχε φήμη, είχε μοναχούς και μάλιστα νέους για τις δουλειές του έτσι τους κλείνει τον κυρίως ναό για να εισρέει αφειδώς όλο το χρήμα και οι πιστοί στο «μαγαζί του» αφού έτσι το κατήντησε. Η σταγόνα όμως που ξεχείλισε το ποτήρι ήταν να δημιουργήσει νέο μεγάλο ναό στο μοναστήρι που χτίζει και μάλιστα όχι εις το όνομα του Οσίου του χωριού μας αλλά του Οσίου Πορφύριου, ο οποίος ΟΥΔΕΜΙΑ σχέση είχε με την Κύπρο ή το χωριό μας ενώ στο μπίζινες πλαν περιελάμβανε και ιδιωτικό εκδρομικό χώρο για κατασκηνώσεις και φιλοξενία παιδιών.

Άρχισαν λοιπόν σιγά-σιγά, να ανοίγουν τα στόματα και να φτάνουν τα μαντάτα έστω και αργοπορημένα στα αυτιά της Μητρόπολης και του ίδιου του Μητροπολίτη Ταμασού, του Μητροπολίτη που στο μεταξύ ο ίδιος τον είχε χρίσει Ηγούμενο όπως και το δεξί του χέρι τον Πορφύριο, δυο δηλαδή παιδαρέλια που νόμισαν ότι βρήκαν την κότα με τα χρυσά αυγά. Να τονιστεί εδώ ότι κανένας από τους μοναχούς εκεί δεν είχε ή έχει σχέση με το χωριό μας ή την ευρύτερη περιοχή Πιτσιλιάς, ήταν όλοι από τα Κοκκινοχώρια.

Σήμερα, η Μονή παραμένει κλειστή, ο λαός παρακολουθεί εμβρόντητος τα όσα αποκαλύπτονται και τους πρωταγωνιστές του σκανδάλου να επιδίδονται σε ένα άνευ προηγουμένου παιχνίδι blame game και συνεχών αλληλοκαρφωμάτων.